Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

Περί Ευαγγελισμού της Θεοτόκου


«Χαρε κεχαριτωμένη. Κύριος μετά σο. ελογημένη σύ ν γυναιξίν.
…ερες γάρ χάριν παρά τ Θε»

 
Ένας χαιρετισμός σε μια ταπεινή κόρη της Ναζαρέτ. Μια μέγιστη δωρεά στην ανθρωπότητα. Μια χάρη στην Παρθένο, μια σωτηρία για την οικουμένη. Ένας ευαγγελισμός και ο Θεός γίνεται άνθρωπος. Μια αποδοχή της Παναγίας, μια συμμετοχή της ανθρωπότητας στο θείο σχέδιο της οικονομίας. Η Θεοτόκος αποδέχεται και η ανθρώπινη φύση λυτρώνεται. Η θεότης ενανθρωπίζεται και ανθρωπότητα θεώνεται. Ένα «ναι» με παγκόσμιες συνέπειες. Συστέλλεται το άκτιστο και εισχωρεί στο κτιστό. Επισκιάζεται το καταληπτό για να δεχθεί το ακατάληπτο.
Τούτο το γεγονός τιμά η αγία εκκλησία μας. Την απαρχή της σαρκώσεως τού Θεού Λόγου. Και επειδή σ’ αυτή την δωρεά συμμετέχει και η Παναγία μας, είναι διπλή η εορτή. Είναι ταυτόχρονα Δεσποτική και Θεομητορική, διότι το πρόσωπο της Θεοτόκου συνδέεται στενά με το πρόσωπο του Χριστού. Το μεγαλείο της Θεοτόκου δεν οφείλεται μόνο στις αρετές της, αλλά κυρίως στον καρπό της κοιλίας της. Αυτό φαίνεται καθαρά στην ακολουθία των Χαιρετισμών, κατά την οποία υμνείται η Θεοτόκος, αλλά πάντοτε σε συνδυασμό με το ότι είναι μητέρα του Χριστού: «Χαῖρε ὅτι ὑπάρχεις βασιλέως καθέδρα, χαῖρε ὅτι βαστάζεις τόν βαστάζοντα πάντα». Αυτός ο αδιάρρηκτος σύνδεσμος Χριστολογίας και Θεοτοκολογίας είναι εμφανής στους βίους των αγίων, που είναι τα γνήσια μέλη του Σώματος του Χριστού. Είναι αδύνατον να υπάρξει άγιος που να μην αγαπά την Παναγία.
Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η αρχή όλων των Δεσποτικών εορτών. Γι’ αυτό στο απολυτίκιο ψάλλουμε: «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἠμῶν τό κεφάλαιον καί τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις». Ουσιαστικά πρόκειται για την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Θεού (Γεν. γ΄ 15), μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας, η οποία λέγεται πρωτευαγγέλιο.
Κατά τον Ευαγγελισμό ο αρχάγγελος Γαβριήλ απεκάλεσε την Παναγία «κεχαριτωμένη» και χαρακτηρίζεται «ευλογημένη» αφού ο Θεός είναι μαζί της. Σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η Παναγία είχε ήδη χαριτωθεί και δεν χαριτώθηκε την ημέρα του Ευαγγελισμού. Παραμένοντας μέσα στα άγια των αγίων του Ναού, επισκιαζόταν διαρκώς από το Άγιον Πνεύμα. Επίσης ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ως ησυχαστής βλέπει την Θεοτόκο και ως τύπο ησυχαστού και τονίζει ότι στα άγια των αγίων απέκτησε κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό. Δηλαδή, ζούσε στον Ναό σαν σε παράδεισο: «Ἔζη τοίνυν ἄσκευον, ἀμεριμέριστον, ἀπραγμάτευτον ἀνύουσα βίον, λύπης ἄμοιρον, παθῶν ἀγενῶν ἀμέτοχον … Θεῷ ζῶσα μόνῳ, Θεῷ βλεπομένη μόνῳ, Θεῷ τρεφομένη, Θεῷ τηρουμένη μόνῳ, … Θεῷ διηνεκῶς προσανέχουσα»[1].
Και συνεχίζει, ότι η Θεοτόκος στα άγια των αγίων ησχολείτο με την νοερά προσευχή, απηλλαγμένη από κάθε υλική μέριμνα: «συνῆψε τόν νοῦν τ πρός ἑαυτόν στροφ καί προσοχ καί τ ἀδιαλείπτ θεί προσευχ»[2]. Παρόλα αυτά όμως υπόκειτο στο προπατορικό αμάρτημα, δηλαδή τις συνέπειές του, όπως την φθορά και τον θάνατο του σώματος. Την στιγμή όμως που, με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος, η θεία φύση ενώθηκε με την ανθρώπινη στην γαστέρα της Θεοτόκου, η Παναγία πρώτη γεύεται την απελευθέρωση από το προπατορικό αμάρτημα. Γι’ αυτό η Παναγία δεν χρειάστηκε την Πεντηκοστή. Δεν χρειάστηκε να βαπτιστεί. Αυτό που βίωσαν οι Απόστολοι κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, όταν έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού διά του Αγίου Πνεύματος ή αυτό που γίνεται σ’ όλους μας κατά την ημέρα της βαπτίσεως, συνέβη στην Παναγία κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού.
Σ’ αυτό το πλαίσιο κατανοείται και ο λόγος του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, πως η Παναγία έλαβε το Άγον Πνεύμα την ημέρα του Ευαγγελισμού, το οποίο την εξαγίασε και της έδωσε μεν δεκτική δύναμη της θεότητος του Λόγου, συγχρόνως δε και γεννητική. Βέβαια όταν ομιλούμε περί σύλληψης του Χριστού στην γαστέρα της Θεοτόκου με την δύναμη και την δημιουργική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν πρέπει να απομονώνουμε του Άγιον Πνεύμα από την Αγία Τριάδα. Είναι γνωστό από την πατερική διδασκαλία ότι κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Επομένως όχι μόνον το Άγιον Πνεύμα δημιούργησε το δεσποτικό σώμα του Χριστού, αλλά και αυτός ο ίδιος ο Πατήρ και ο Υιός, δηλαδή ολόκληρη η Αγία Τριάδα. Η διατύπωση αυτής της αλήθειας είναι ότι ο Πατήρ ευδόκησε την σάρκωση του Υιού του, ο Υιός και Λόγος του Θεού αυτούργησε την σάρκωσή Του και το Άγιον Πνεύμα την ετελεσιούργησε.
Η σύλληψη του Χριστού  έγινε με ησυχία και μυστικά από τον κόσμο, αλλά και από τους αγγέλους, εκτός του Γαβριήλ. Σ’ αυτό αναφέρεται η προφητεία του Δαυίδ που έλεγε: «Καταβήσεται ὡς ὑετός ἐπί πόκον, ὡσεί σταγών ἡ στάζουσα ἐπί τήν γῆν» (Ψαλμ. 71,6). Δηλαδή, όπως η σταγόνα πέφτει πάνω στο μαλλί (πόκος) χωρίς θόρυβο, το ίδιο αθόρυβα έγινε και η σύλληψη του Θεανθρώπου από την Παναγία και μάλιστα χωρίς φθορά. Η Παναγία ήταν παρθένος προ του τόκου και παρέμεινε παρθένος κατά τον τόκο και μετά του τόκου. Αυτό συμβολίζουν τα τρία αστέρια που τοποθετούν οι αγιογράφοι πέριξ του προσώπου της. Οι αλήθειες αυτές δεν είναι πάντοτε μαρτυρημένες βιβλικά, αλλά οι πατέρες της εκκλησίας μας, ως γνήσιοι εκφραστές της θείας αλήθειας, προβαίνουν σε τέτοιες θεολογικές ερμηνείες γιατί γνωρίζουν την αλήθεια, όπως τους την έχει αποκαλύψει το Άγιον Πνεύμα.
Μια τέτοια αλήθεια είναι αυτή που εκφράζει και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όταν περιγράφει ορισμένες αλήθειες σχετικές με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου: «Οὐ τας κατά μικρόν προσθκαις ἀπαρτιζομένου τοῦ σχήματος, ἀλλ’ φ ἕν τελειωθέντος»[3]. Τονίζει ότι ο Χριστός απ’ αρχής της συλλήψεώς Του, είχε πλήρη ανθρώπινη μορφή, απλώς σταδιακά αυξανόταν το μέγεθός Του. Ενώ σ’ εμάς τους ανθρώπους το κυοφορούμενο δεν έχει καθορισμένο σχήμα και μορφή, αλλά είναι αδιαμόρφωτο. Σταδιακά και με την πάροδο του χρόνου τα βρέφη διαπλάθονται και ολοκληρώνονται. Το ίδιο επισημαίνει και ο Μ. Βασίλειος: «εὐθύς γάρ τέλειον ν ἐν τῇ σαρκί τό κυοφορούμενον, οὐ τας κατά μικρόν διπλάσεσι μορφωθέν».
Υπάρχει μία προφητεία του Ησαΐα που αναφέρεται στην Θεοτόκο και στην κυοφορία της: «Ἰδού ὁ Κύριος κάθηται ἐπί νεφέλης κούφης» (Ησ. ιθ΄1). Ως νεφέλη εδώ χαρακτηρίζεται η Θεοτόκος, η οποία συγκράτησε τον Κύριο. Πάνω σ’ αυτή την προφητεία υμνωδός του Ακαθίστου Ύμνου στηρίχθηκε και έγραψε το τροπάριο: « Ὁ καθήμενος ἐν δόξ, ἐπί θρόνου θεότητος, ἐν νεφέλῃ κούφ ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς ὁ ὑπέρθεος, τ ἀκηράτ παλάμῃ καί διέσωσε, τούς κραυγάζοντας. Δόξα Χριστέ τ δυνάμει σου».
Με τον Ευαγγελισμό ξεκινά η εφαρμογή του σχεδίου της θείας οικονομίας για την σωτηρία των ανθρώπων. Γι’ αυτό το σχέδιο και την σωτηρία μας ο υμνωδός, αλλά και εμείς πρέπει συνεχώς να αναβοούμε «Δόξα Χριστέ τ δυνάμει σου».


[1] Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Έργα ΕΠΕ τόμος 11, σελ. 322
[2] Ένθα ανωτέρω τόμος 11, σελ. 338
[3] Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Λόγος Περί του τρόπου συλλήψεως του Θεού Λόγου και της θείας αυτού σαρκώσεως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου